Σύμφωνα με την περ. ε΄, της παρ. 1, του άρθρου 31 του ισχύσαντος μέχρι 31/12/2013 και ήδη καταργηθέντος «παλαιού» ΚΦΕ, Ν 2238/1994, από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, προκειμένου να προσδιοριστεί το καθαρό εισόδημά τους με λογιστικό τρόπο, αφαιρούνταν και τα ποσά των κάθε είδους φόρων, τελών και δικαιωμάτων, που βάρυναν την επιχείρηση. Ως χρόνος έκπτωσης, λογιζόταν ο χρόνος της καταβολής αυτών υπέρ του Δημοσίου. Στην έννοια των ως άνω φόρων και τελών ανήκουν και τα τέλη κυκλοφορίας των κάθε είδους μεταφορικών μέσων της επιχείρησης (λογ. 63.03 του Γ.Λ.Σχεδίου). Όπως είναι γνωστό, τα τέλη κυκλοφορίας καταβάλλονται από 1ης Νοεμβρίου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους, το οποίο αφορούν (αρχικός νόμος 2367/1953), διάταξη που δεν έχει τροποποιηθεί. Συνεπώς, νομίμως μεν, αλλά κατά παρέκκλιση της βασικής αρχής της αυτοτέλειας των χρήσεων της Λογιστικής και Φορολογίας, δαπάνη που αφορούσε το επόμενο έτος, καταχωριζόταν στην κλειόμενη χρήση. Η πρακτική αυτή, ασφαλώς χαρακτηρίζεται ως παρέκκλιση της ως άνω αρχής, εκ του γεγονότος ότι πάντα είναι ισχυρό το ενδεχόμενο η επιχείρηση, κατά το επόμενο έτος να χρησιμοποιήσει μικρότερο ή μεγαλύτερο αριθμό μεταφορικών μέσων, άρα να επιβαρύνει δυσαναλόγως τις λογιστικές χρήσεις με το συγκεκριμένο έξοδο (τέλη κυκλοφορίας).
Παράδειγμα: Κατά το έτος 2012 η επιχείρηση (προ)καταβάλλει τέλη κυκλοφορίας του 2013, για τρία οχήματα, συνολικού ποσού 900 ευρώ. Κατά το επόμενο έτος 2013, η επιχείρηση αγοράζει άλλα δύο καινούργια οχήματα, για τα οποία, ως γνωστό, καταβάλλει αμέσως τα αναλογούντα στη τρέχουσα αυτή χρήση (100%) Τ.Κ. Συνεπώς, στο τέλος του 2013 διαθέτει σε κίνηση, ενεργά, πέντε οχήματα, για τα οποία (προ)καταβάλλει έστω, το ποσό των 1.200 ευρώ ως τέλη κυκλοφορίας του έτους 2014. Το ποσό αυτό καταχωρίζει στα έξοδα της τρέχουσας λογιστικής χρήσης 2013, σε εφαρμογή της ως άνω διάταξης του Ν. 2238/94. Άρα, η επιχείρηση έχει επιβαρύνει την χρήση 2013 με διπλά Τ.Κ. για τα δύο οχήματα που αποκτήθηκαν εντός αυτής. Κατά το έτος 2014, εκποίησε ένα όχημα, χωρίς να το αντικαταστήσει, επομένως τα τέλη κυκλοφορίας για το έτος αυτό (φέτος) ανέρχονται σε μικρότερο ποσό, ας πούμε 1.000 ευρώ, το οποίο όμως προκαταβάλλει για το επόμενο έτος 2015, που δεν γνωρίζουμε τι θα συμβεί, ως προς τον αριθμό των οχημάτων.
Τελικά, αυτό που ισχυρίζομαι είναι ότι το σύστημα της επιβάρυνσης των Τ.Κ. όπως ίσχυσε, για κάθε χρήση, «ισορροπεί», μόνο όταν δεν υπάρχει μεταβολή στον αριθμό των οχημάτων από έτος σε έτος. Στις περιπτώσεις που υπάρχουν τέτοιες μεταβολές, είναι σαφές ότι «παραβιάζεται» η αρχή της αυτοτέλειας.
Με τις νέες διατάξεις του ΚΦΕ (Ν 4172/2013, άρθρο 22), εισάγονται γενικοί κανόνες για τις εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες, μεταξύ των οποίων και ο κανόνας ότι η έκπτωση μιας δαπάνης δικαιολογείται, εφόσον: «εγγράφεται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιείται και αποδεικνύεται με κατάλληλα δικαιολογητικά».
Με γραμματική ερμηνεία της παραπάνω διάταξης, προκύπτει ότι εκτός από το γεγονός της καταχώρισης της δαπάνης στα βιβλία και της ύπαρξης του σχετικού δικαιολογητικού, αυτή θα αναγνωρίζεται «κατά την περίοδο που πραγματοποιείται».
Συνεπώς, όχι κατά την περίοδο που αφορά;
Πώς να ερμηνευτεί αυτή η διάταξη;
Πώς θα καταχωριστούν φέτος τα τέλη κυκλοφορίας στα βιβλία;
Η πρότασή μου είναι να χρεωθούν σε μεταβατικό λογαριασμό (36), να μεταφερθούν στην επόμενη χρήση και να την επιβαρύνουν με τις σχετικές διορθωτικές κινήσεις που πρέπει να γίνουν μέχρι το τέλος της, αναλόγως με τον αριθμό των οχημάτων που χρησιμοποιήθηκαν και την χρονική διάρκεια (έστω σε μήνες) που αυτά λειτούργησαν.
Ας γίνει το ξεκίνημα τώρα (2014)…
Μετά από αυτό, ευκαιρία είναι να θεσπιστεί (επιτέλους) η πραγματικότητα: τα τέλη κυκλοφορίας να υπολογίζονται με τους μήνες που κινείται, χρησιμοποιείται και λειτουργεί το όχημα.
Καιρός είναι να καταργηθεί η «παλαιών αρχών» διάταξη που θέλει τα Τ.Κ. να είναι «ετήσια, αδιαίρετα και οφείλονται για ολόκληρο το έτος, ανεξαρτήτως του χρονικού διαστήματος που κυκλοφορούν».
Επιμέλεια : Nίκος Σγουρινάκης, λογιστής – φοροτεχνικός