Ασφαλιστικά / Εργατικά

Θέματα αμοιβής και εργασίας του προσωπικού των επισιτιστικών καταστημάτων

  1. Οι όροι αμοιβής του προσωπικού των επισιτιστικών καταστημάτων

Σύμφωνα με το άρθρο 8 του Ν.1876/1990, οι ΣΣΕ, και οι όμοιας εκτάσεως Αποφάσεις Διαιτησίας (Δ.Α.) δεσμεύουν τους εργαζόμενους και εργοδότες που είναι μέλη των συμβαλλομένων συνδικαλιστικών οργανώσεων ή των εν διενέξει αντίστοιχα, εκτός εάν κηρυχθούν υποχρεωτικές με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Ο θεσμός της επέκτασης έχει ανασταλεί για όσο διαρκεί η εφαρμογή του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής ( άρθρο 37, Ν.4024/2011 ).
Η Διαιτητική Απόφαση (Δ.Α.) 8/2016 (B΄ βαθμια) (Αρ. Πρωτ. Μ-Δ: 832/10-10-2016) της Πενταμελούς Επιτροπής Διαιτησίας έχει ισχύ από 1/1/2016 έως 31/12/2017 και δεσμεύει τα κάτωθι συμβαλλόμενα μέρη:

  • Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργατών Επισιτισμού Υπαλλήλων Τουριστικών Επαγγελμάτων
  • Πανελλήνια Ομοσπονδία Εστιατορικών και Συναφών Επαγγελμάτων,
  • ΓΣΕΒΕΕ,
  • Ομοσπονδία Επαγγελματοβιοτεχνών Ζαχαροπλαστών Ελλάδος και
  • Ομοσπονδία Καφεπωλών Ελλάδος .

Στο πλαίσιο αυτό, αν σε επισιτιστικό κατάστημα τόσο ο εργοδότης όσο και οι εργαζόμενοι είναι μέλη των συμβαλλόμενων (στη σύναψη της διαιτητικής αυτής απόφασης) οργανώσεων, τότε εφαρμόζονται δεσμευτικά, με κανονιστική ισχύ οι όροι της Δ.Α. 8/2016 .
Στην περίπτωση όμως που είναι μεν σε ισχύ η συλλογική ρύθμιση όπως εν προκειμένω η διαιτητική απόφαση που ρυθμίζει τους όρους αμοιβής και εργασίας του προσωπικού των επισιτιστικών καταστημάτων, πλην όμως δεν παράγεται αμφιμερής δέσμευση των μερών οι όροι αμοιβής των εργαζομένων καθορίζονται από ατομικές συμβάσεις εργασίας που δεν επιτρέπεται να ορίζουν μηνιαίες τακτικές αποδοχές ή ημερομίσθιο πλήρους απασχόλησης κατώτερο από το νομοθετικώς καθορισμένο κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο. Επισημαίνεται ότι ο νόμιμος νομοθετημένος κατώτατος μισθός και ημερομίσθιο αφορά τους υπαλλήλους και εργατοτεχνίτες όλης της χώρας, των οποίων η αμοιβή δεν ρυθμίζεται από συλλογική σύμβαση εργασίας (`Αρθρο 103, Ν.4172/2013 ). Επεξηγηματικά αναφέρεται ότι ικανή και αναγκαία προϋπόθεση για να παράγεται νομική δέσμευση και να υποχρεούται ο εργοδότης να εφαρμόσει τους όρους αμοιβής και εργασίας μιας συλλογικής σύμβασης που είναι σε ισχύ για τους εργαζόμενούς του, είναι τόσο αυτός (ο εργοδότης) όσο και οι εργαζόμενοι, να είναι μέλη των συμβαλλόμενων στη σύναψή τους οργανώσεων (εργοδοτικών και εργατικών αντίστοιχα).
Διευκρινίζεται πάντως ότι οι βασικοί μισθοί, τα βασικά ημερομίσθια, καθώς και κάθε είδους προσαυξήσεις αυτών και γενικά κάθε άλλος μισθολογικός όρος, ισχύουν μόνο για τους εργαζόμενους που απασχολούνται από εργοδότες των συμβαλλομένων εργοδοτικών οργανώσεων και δεν επιτρέπεται να υπολείπονται του νόμιμου νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου (πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 8 του Ν.1876/1990 ).

  1. Το πλαίσιο αμοιβής των σερβιτόρων

H αμοιβή που δίδεται στους σερβιτόρους των εστιατορίων, ταβερνών, κέντρων διασκεδάσεως κλπ. καθορίζεται σε ποσοστό 13% στο λογαριασμό των πελατών από το οποίο το μεν 10% δίδεται στους σερβιτόρους, το δε 3% στους βοηθούς τους, εφόσον υπάρχουν βοηθοί. Αν δεν υπάρχουν βοηθοί η αμοιβή καθορίζεται σε ποσοστό 11% στους λογαριασμούς των πελατών και υπολογίζεται στο λογαριασμό των πελατών για τα είδη που κατανάλωσαν, χωρίς τις επιβαρύνσεις από φόρους και τέλη, που αποδίδονται στο Δημόσιο ή ΟΤΑ ( παρ. 1 του άρθρου 54 του Ν.2224/1994 ).
Η αμοιβή που δίδεται στους σερβιτόρους των καφενείων, ζαχαροπλαστείων, γαλακτοπωλείων, μπαρ, ουζερί, αναψυκτηρίων, καφεζυθo-ζαχαροπλαστείων, κυλικείων καθορίζεται σε ποσοστό 16% και υπολογίζεται στο λογαριασμό των πελατών για τα είδη που κατανάλωσαν, χωρίς τις επιβαρύνσεις από φόρους και τέλη, που αποδίδονται στο Δημόσιο ή ΟΤΑ ( παρ.2 του άρθρου 54 του Ν.2224/1994 ). Ο τρόπος αμοιβής των σερβιτόρων κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 54, του Ν.2224/1994 είναι υποχρεωτικός, και σε περίπτωση που έχει προβλεφθεί με ατομική σύμβαση εργασίας διαφορετικός τρόπος αμοιβής όπως για παράδειγμα με ημερομίσθιο, θα πρέπει να συγκρίνεται το ημερομίσθιο αυτό με το ποσό που θα ελάμβανε ο σερβιτόρος βάσει ποσοστών, το οποίο, δεν μπορεί να υπολείπεται του νόμιμου νομοθετημένου κατωτάτου ημερομισθίου του Ν.4093/2012.
Για την περίπτωση σερβιτόρων που αμείβονται με ποσοστά, στο αντίστοιχο πεδίο του μισθού του πίνακα προσωπικού συμπληρώνεται το κατώτατο ημερομίσθιο, και στις παρατηρήσεις αναγράφεται ότι ο εργαζόμενος αμείβεται με το αντίστοιχο ποσοστό.

  1. Συνεχές ή διακεκομμένο ωράριο απασχόλησης

Σχετικά με το προσωπικό κουζίνας, στην Υ.Α.20714/1025 της 13/24 Μαΐου 1976 (ΦΕΚ Β΄683) ορίζονται τα εξής: «Αι ώραι εργασίας του εν γένει προσωπικού κουζίνας του παρ΄οιωδήποτε εργοδότη επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου απασχολούμενου εις πάσης φύσεως και μορφής εργαστήρια παρασκευής φαγητών (εστιατόρια, ζυθεστιατόρια, μαγειρεία, οινομαγειρεία, ψητοπωλεία, μπαρ, κοσμικά και εξοχικά κέντρα διασκεδάσεως, ξενοδοχεία, νοσοκομεία κλινικαί, αναρρωτήρια, ξενώνες, οικοτροφεία, ιδρύματα, ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, εργοστάσια, λέσχαι κ.λπ.) ορίζονται συνεχείς άνευ διακοπής». Όσον αφορά το πλαίσιο διακοπής εργασίας των σερβιτόρων και βοηθών αυτών που απασχολούνται σε εστιατόρια, ζυθεστιατόρια κ.λπ., στην Υ.Α. 50607/3484 της 4 Ιουν./3 Ιουλ. 1965 (ΦΕΚ Β΄399) ορίζονται τα εξής: «Κατά τη διάρκεια της ημερησίας εργασίας του προσωπικού των περιποιητών (σερβιτόρων) και βοηθών αυτών κλπ., εστιατορίων, ζυθεστιατορίων κ.λπ., επιτρέπεται μία διακοπή, που δεν δύναται να υπερβαίνει τις 6 ώρες κατ΄ ανώτατο όριο». Κατά συνέπεια οι σερβιτόροι μπορούν να απασχοληθούν με διακεκομμένο ωράριο (4 ώρες πρωί και 4 ώρες απόγευμα), αρκεί η διακοπή να μην υπερβαίνει τις 6 ώρες. Αντίθετα , το προσωπικό κουζίνας πρέπει να έχει συνεχές ωράριο εργασίας. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να τηρείται και το 11ώρο ανάπαυσης. Διευκρινίζεται ότι σύμφωνα με το άρθρο 1, Υποπαρ. ΙΑ.14. Ν.4093/12-11-2012 «Για κάθε περίοδο 24 ωρών, η ελάχιστη ανάπαυση δεν είναι κατώτερη από 11 συνεχείς ώρες».
Τέλος επισημαίνεται ότι με το Ν.Δ.1037/1971 έχουν χαρακτηρισθεί ως καταστήματα μεταξύ άλλων οι ταβέρνες, τα εστιατόρια, τα κέντρα διασκέδασης, τα χορευτικά κέντρα, οι λέσχες, τα ζαχαροπλαστεία, τα μπαρ, τα καφενεία, κ.λπ.. Οι μισθωτοί που απασχολούνται στα παραπάνω καταστήματα υπάγονται ως προς τις διακοπές εργασίας στην ρύθμιση του άρθρου 42 παρ. 6 του Ν. 1892/1990 , όπως έχει τροποποιηθεί με την Υποπαρ. ΙΑ΄ 12, περίπτ.2 του Ν.4093/2012. Ειδικότερα οι εργαζόμενοι με διακεκομμένο ωράριο σε καταστήματα που λειτουργούν είτε με συνεχές είτε με διακεκομμένο ωράριο, για όλες ή για μερικές ημέρες της εβδομάδας, δικαιούνται μεσημβρινής ανάπαυσης που δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τρεις ώρες.

  1. Ημέρες εβδομαδιαίας απασχόλησης

Οι θεσμικοί – μη μισθολογικοί όροι και εργασίας των εργαζόμενων που απασχολούνται σε επισιτιστικές επιχειρήσεις ρυθμίζεται πλέον από την Δ.Α.8/2016. Στην περίπτωση που είναι μεν σε ισχύ η συλλογική ρύθμιση όπως εν προκειμένω η διαιτητική απόφαση που ρυθμίζει τους όρους αμοιβής και εργασίας του προσωπικού των επισιτιστικών καταστημάτων, πλην όμως δεν παράγεται αμφιμερής δέσμευση των μερών οι όροι εργασίας των εργαζομένων (οι θεσμικοί, μη μισθολογικοί) καθορίζονται από ατομικές συμβάσεις εργασίας που δεν επιτρέπεται να είναι δυσμενέστεροι των θεσμικών όρων της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (Ε.Γ.Σ.Σ.Ε.).
Κατόπιν τούτου, μια επισιτιστική επιχείρηση που δεν δεσμεύεται να εφαρμόσει τους όρους της Δ.Α.8/2016, μπορεί να προσλάβει ένα εργαζόμενο και στην ατομική σύμβαση εξαρτημένης εργασίας που θα υπογραφεί από αμφότερους τους συμβαλλόμενους (εργοδότη και εργαζόμενο) να αναγράφεται ότι οι μη μισθολογικοί όροι από τις ρυθμίσεις της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (Ε.Γ.Σ.Σ.Ε.). Στο πλαίσιο αυτό βεβαίως και μπορεί να εφαρμοσθεί εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία. Διευκρινίζεται ότι για να υποχρεούται ο εργοδότης να εφαρμόσει τους όρους αμοιβής και εργασίας μιας συλλογικής ρύθμισης που είναι σε ισχύ για τους εργαζόμενούς του, είναι τόσο αυτός (ο εργοδότης) όσο και οι εργαζόμενοι, να είναι μέλη των συμβαλλόμενων στη σύναψή τους οργανώσεων (εργοδοτικών και εργατικών αντίστοιχα).
Κατά συνέπεια η πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία των μισθωτών των επισιτιστικών καταστημάτων, είναι υποχρεωτική μόνο στην περίπτωση όπου εφαρμόζονται υποχρεωτικά οι ρυθμίσεις της Δ.Α.8/2016 που ορίζει ότι «Καθιερώνεται πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία με 40 ώρες εργασίας και 2 ημέρες ανάπαυσης σε όλα τα επισιτιστικά καταστήματα».
Για να είναι καλυμμένη πάντως η επιχείρηση (που δεν εφαρμόζει σύννομα τη Δ.Α.8/2016 γιατί δεν υφίσταται αμφιμερής δέσμευση), σε κάθε περίπτωση τόσο έναντι του ΣΕΠΕ σε πιθανό έλεγχο όσο και έναντι του εργαζόμενου σε περίπτωση που τυχόν θέσει ο τελευταίος θέμα μη σύννομης εφαρμογής της εξαήμερης απασχόλησης, στην ατομική σύμβαση εργασίας πρέπει να αναφέρεται ότι οι μη μισθολογικοί όροι διέπονται από τις ρυθμίσεις της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (Ε.Γ.Σ.Σ.Ε.) και ότι έχει συμφωνηθεί η εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία. `Αρα για να είναι το επισιτιστικό κατάστημα απόλυτα σύννομο στην περίπτωση που απασχολεί επί εξαήμερο το προσωπικό του, αν δεν υπάρχει στην αρχική ατομική σύμβαση εργασίας σχετικός όρος, πρέπει να λάβει χώρα υπογραφή τροποποιητικής σύμβασης στην οποία να συμπεριληφθεί ο συγκεκριμένος όρος.
Διευκρινίζεται ότι σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του άρθρου 8, του Ν.3846/2010 «η εργασία που παρέχεται την 6η μέρα της εβδομάδος, κατά παράβαση του συστήματος πενθήμερης εργασίας, ανεξαρτήτως από τις προβλεπόμενες κυρώσεις, αμείβεται με το καταβαλλόμενο ημερομίσθιο προσαυξημένο κατά 30%. Δεν υπάγονται στη διάταξη αυτή οι ξενοδοχειακές και επισιτιστικές επιχειρήσεις».
Στο πλαίσιο αυτό η απασχόληση κατά την έκτη και έβδομη ημέρα της εβδομάδας σε επιχείρηση που λειτουργεί υπό το σύστημα της πενθήμερης εργασίας απαγορεύεται, η δε απασχόληση οιουδήποτε κατά τις ημέρες αυτές είναι παράνομη και δεν θεωρείται υπερεργασία γιατί η τελευταία πραγματοποιείται κατά τις εργάσιμες ημέρες της εβδομάδος (μετά την ημερήσια εργασία) και όχι κατά τις ημέρες της εβδομάδος που είναι αναπαύσεις για τους εργαζομένους (Α.Π.1058/1986, Α.Π.353/1995).
Τέλος επισημαίνεται ότι η διάταξη του άρθρου 42, παρ.4, Ν.1892/1990 που καθιέρωνε πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία για τους μισθωτούς των καταστημάτων αντικαταστάθηκε με το `Αρθρο 1, Υποπαρ. ΙΑ΄ 14 Ν.4093/2012, ως εξής: «4. Με Σ.Σ.Ε. μπορούν να καθορίζονται ζητήματα που αφορούν τις ημέρες εβδομαδιαίας απασχόλησης εργαζομένων στα καταστήματα για συνολικό εβδομαδιαίο συμβατικό ωράριο 40 ωρών.». Σύμφωνα με τα ανωτέρω εκτεθέντα, η πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία των μισθωτών καταστημάτων έπαψε να είναι υποχρεωτική βάσει νόμου από 12/11/2012 και εφεξής και είναι δυνατόν να εφαρμοσθεί εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία στο πλαίσιο απασχόλησης των εν λόγω μισθωτών. Επεξηγηματικά αναφέρεται ότι στην έννοια των καταστημάτων εντάσσονται και τα επισιτιστικά καταστήματα.

  1. Οι ημέρες ανάπαυσης επί πενθήμερης απασχόλησης δεν απαιτείται να είναι συνεχόμενες

Η Δ.Α.8/2016 ορίζει ότι «Καθιερώνεται πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία με 40 ώρες εργασίας και 2 ημέρες ανάπαυσης σε όλα τα επισιτιστικά καταστήματα». `Αρα ακόμη και αν εφαρμόζεται υποχρεωτικά η εν λόγω συλλογική ρύθμιση, δεν υφίσταται πλέον υποχρέωση οι ημέρες ανάπαυσης επί πενθήμερης απασχόλησης να είναι συνεχόμενες για το προσωπικό των επισιτιστικών καταστημάτων.

  1. Το πλαίσιο απασχόλησης κατά τις Κυριακές και τις αργίες

Με βάση τις ρυθμίσεις του Β.Δ.748/1966, απαγορεύεται εκτός εξαιρέσεων κατά τις Κυριακές, όπως και τις εξαιρέσιμες αργίες, κάθε βιομηχανική, βιοτεχνική, εμπορική εργασία, καθώς και κάθε εν γένει επαγγελματική δραστηριότητα. Ειδικότερα, καθιερώνεται κατ΄ αρχήν ανάπαυση των εργαζομένων κατά τις Κυριακές, σε κάθε επαγγελματική δραστηριότητα απαγορευόμενης προς τούτο της εργασίας κατά τις Κυριακές και ημέρες αργίας σε κάθε βιομηχανική, βιοτεχνική, εμπορική εργασία και σε κάθε επαγγελματική δραστηριότητα, εκτός των εξαιρέσεων που ρητά καθορίζονται από το άρθρο 7, Β.Δ.748/1966. Η εργασία εργαζόμενου σε ημέρα Κυριακής ή εξαιρέσιμης εορτής είναι νόμιμη και επιτρεπτή, προκειμένου για εργαζόμενους σε επισιτιστική επιχείρηση (άρθρο 7 παρ. 1 περίπτ. στ΄ Β.Δ.748/1966). Οι διατάξεις περί υποχρεωτικής αναπαύσεως κατά τις Κυριακές και τις αργίες, δεν εφαρμόζονται επί μισθωτών απασχολουμένων σε επισιτιστικά καταστήματα κ.λπ. ( άρθρο 7 παρ. 1 του Β.Δ.748/1966 ). Συνεπώς δεν ισχύει η ρύθμιση της παρ.1 του άρθρου 10 του Β.Δ.748/1966 που ορίζει ότι για απασχόληση πέραν των 5 ωρών την Κυριακή πρέπει να δοθεί συμπληρωματική ανάπαυση ρεπό. Για τις επιχειρήσεις συνεχούς λειτουργίας όπως οι επισιτιστικές, δεν τίθεται θέμα ανάπαυσης και η απασχόληση την Κυριακή δεν συνιστά έκτακτη απασχόληση. Στο πλαίσιο αυτό εφαρμόζεται πενθήμερη ή εξαήμερη απασχόληση (κατά τα οριζόμενα στην ανωτέρω παρ.4) λογιζόμενης και της Κυριακής ως μιας από τις λοιπές εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας. Διευκρινίζεται ότι ως εβδομάδα νοείται η χρονική περίοδος επτά ημερών με έναρξη την 00:01 ώρα της Δευτέρας και λήξη την 24:00 της επόμενης Κυριακής ( άρθρο 2, παρ.7, Π.Δ. 88/1999 ). Η εργασία εργαζόμενου σε ημέρα Κυριακής ή εξαιρέσιμης εορτής είναι νόμιμη και επιτρεπτή, προκειμένου για εργαζόμενους σε επισιτιστική επιχείρηση κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 7, παρ. 1 περίπτ. στ΄, του Β.Δ.748/1966 και προς τούτο δεν απαιτείται η χορήγηση άδειας από το ΣΕΠΕ για απασχόληση κατά τις ημέρες αυτές.

  1. Κάθε επτά εβδομάδες, μια Κυριακή ρεπό

Στο άρθρο 10, παρ.3 του Β.Δ.748/1966 ορίζεται ότι «Στις επιχειρήσεις που επιτρέπεται η κατά Κυριακή εργασία, όπως εν προκειμένω στα επισιτιστικά καταστήματα, η κατανομή της 24ωρης συνεχούς αναπληρωματικής εβδομαδιαίας ανάπαυσης, πρέπει να γίνεται κατά τρόπο, ώστε ανά περίοδο 7 εβδομάδων η μία από αυτές, κατά τμήμα τουλάχιστον 8ώρου, να εμπίπτει σε ημέρα Κυριακή, εκτός εάν τα εφαρμοζόμενα προγράμματα εργασίας εξασφαλίζουν 7 αναπαύσεις σε ημέρα Κυριακή εντός του έτους κ.λπ.». Η ανά περίοδο 7 εβδομάδων η μία από αυτές να εμπίπτει σε ημέρα Κυριακή προϋποθέτει συνεχή απασχόληση (Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών 2039/2009). `Αρα αν η επιχείρηση λειτουργεί λιγότερες από πέντε ημέρες εβδομαδιαία, δεν υποχρεούται κάθε επτά εβδομάδες να χορηγεί μια Κυριακή ρεπό στο προσωπικό που απασχολεί. Συνεπώς για τον εργαζόμενο αυτόν που δεν απασχολείται επί εβδομαδιαίας βάσεως για πέντε ή έξι ημέρες (εργάζεται επί μια, δυο, τρεις ή και τέσσερις ημέρες εβδομαδιαία), δεν τυγχάνει εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 10, παρ.3, του Β.Δ.748/1966 με αποτέλεσμα οι ημέρες εργασίας του εβδομαδιαία να παραμένουν σταθερές με συνέπεια να μην δικαιούται αναπληρωματική ανάπαυση για στέρηση ημέρας εβδομαδιαίας ανάπαυσης, με δεδομένο ότι δεν εφαρμόζεται εν προκειμένω η διάταξη του άρθρου 10, παρ.3, του Β.Δ.748/1966.
Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα από άρθρο του κ. Πέτρου Ραπανάκη, με τίτλο “Θέματα αμοιβής και εργασίας του προσωπικού των επισιτιστικών καταστημάτων” που δημοσιεύθηκε στο τεύχος Ιανουαρίου 2017 του περιοδικού Epsilon7.
WWW.E-FOROLOGIA.GR

Σχετικές αναρτήσεις
Ασφαλιστικά / Εργατικά

Ενέργειες εργοδοτών μετά την κήρυξη ΣΣΕ ως γενικώς υποχρεωτικών

Μετά την 20η Αυγούστου 2018, οπότε και τελείωσε τυπικά το Πρόγραμμα Οικονομικής Προσαρμογής, ξεκίνησε από την υπουργό εργασίας Ε. Αχτσιόγλου η υπογραφή…
Ασφαλιστικά / Εργατικά

Τα 6 βήματα για τη μείωση προστίμων αδήλωτης εργασίας

Τις απαιτούμενες ενέργειες στις οποίες οφείλουν να προβούν οι εργοδότες εντός δεσμευτικού χρονοδιαγράμματος 27 εργάσιμων ημερών, προκειμένου να καταβάλουν τα μειωμένα πρόστιμα…
Ασφαλιστικά / Εργατικά

"Πρακτικά ανεφάρμοστος ο νέος τρόπος δήλωσης των υπερωριών!"

Του φοροτεχνικού Δημήτρη Μπόκαρη Οι ρυθμίσεις του νόμου 4487/2017 για τη διαδικασία ελέγχου της υπερεργασίας και την υπερωριακής εργασίας είναι ανελαστικές και…
Νέα & Ανακοινώσεις

Εγγραφείτε στο newsletter μας για να λαμβάνετε στο e-mail σας
περιοδικές ενημερώσεις από την Ε.Λ.Φ.Ε.Ε. Ρόδου